Η αβάσταχτη ελαφρότητα της αστικής λογοκοπίας

Συντακτική Επιτροπή

Περιοδικό Θέσεις, τ.149, Editorial / www.theseis.com
1. Επικοινωνιακή επίθεση: «φιλoλαϊκή» κυβέρνηση «τεχνοκρατών»;

Με την ανάληψη της διακυβέρνησης, η ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη επιδιώκει να παρουσιάσει ένα διαφορετικό προφίλ από την ακροδεξιά προεκλογική εικόνα της.

Τώρα ο πρωθυπουργός εξακολουθεί μεν να θεωρεί τη Συμφωνία των Πρεσπών «εθνικά επιζήμια», αλλά παραδέχεται ότι «είναι κυρωμένη και κατά συνέπεια δεν αλλάζει». Μάλιστα «αυτό που έχει σημασία είναι η πιστή τήρηση, και η κυβέρνηση θα επιβλέπει την αυστηρή εφαρμογή της». Άραγε ο ακροδεξιός εσμός των «μακεδονομάχων» που συνωστίσθηκαν στην κάλπη της ΝΔ, να ανάμεναν μια διαφορετική έκβαση;

Όμως τα επικοινωνιακά βέλη του πρωθυπουργού και του κυβερνώντος κόμματος δεν στοχεύουν πλέον στα λεγόμενα «εθνικά θέματα», αλλά στην οικονομία και στις εργασιακές σχέσεις. Εκεί δηλαδή που η προηγούμενη κυβέρνηση και σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση είχε προαναγγείλει την επέλαση ενός νέου «Πινοσέτ», αν έχανε τις εκλογές.

Αντί όμως για εξαγγελίες «Πινοσέτ», βρεθήκαμε μπροστά σε μια καλά οργανωμένη προπαγανδιστική καμπάνια της νέας κυβέρνησης, που πίσω από το σύνθημα «Ανάπτυξη για όλους. Ανάπτυξη παντού!» εξαγγέλλει μια δήθεν πολιτικά ουδέτερη «τεχνοκρατική στρατηγική αποτελεσματικότητας», με στόχο «ένα Ψηφιακό Κράτος. Γρήγορο, αποτελεσματικό και παραγωγικό υπέρ του πολίτη», για την υλοποίηση ενός «ρεαλιστικού και εφαρμόσιμου προγράμματος που φέρνει μετρήσιμο, συγκεκριμένο αποτέλεσμα».

Και σαν να μην έφθανε αυτό, η νέα κυβέρνηση μοιάζει να έχει διδαχθεί από την προηγούμενη το είδος της επικοινωνιακής τακτικής με το οποίο μπορεί να σκεπάζει τις βασικές της στρατηγικές επιλογές, που εδραιώνουν και διευρύνουν τα συμφέροντα του κεφαλαίου: προβάλλει ορισμένα μέτρα που προστατεύουν εκείνα τα στρώματα του πληθυσμού που διαβιούν σε ακραίες συνθήκες ανέχειας και ανασφάλειας, ή κάνει μικρές παραχωρήσεις προς τις ευρύτερες λαϊκές τάξεις, ώστε να «θεμελιώνεται» η επικοινωνιακή καταιγίδα περί «φιλολαϊκής» διακυβέρνησης και «ανάπτυξης για όλους» (ή «για τους πολλούς», όπως ήταν το τροπάριο λίγους μήνες πριν).

Ακούσαμε έτσι από τον πρωθυπουργό στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης να υπόσχεται:

  • μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 22%,

  • βελτίωση των 120 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές,

  • διατήρηση του αφορολόγητου και μείωση του συντελεστή για τα εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ στο 9%, από το σημερινό 22%,

  • αναστολή για 3 χρόνια του ΦΠΑ στις νέες οικοδομές και του φόρου υπεραξίας, έκπτωση 40% στις δαπάνες για ανακαίνιση ή για αναβάθμιση κτιρίων,

  • επίδομα 2.000 ευρώ μέσα στο 2020 για κάθε νέο παιδί, με εξαίρεση όσους ανήκουν «σε πολύ υψηλή εισοδηματική κατηγορία», πρόσθετο αφορολόγητο 1.000 ευρώ ανά παιδί και μηνιαία ενίσχυση 180 ευρώ για θέση σε παιδικό σταθμό, υπαγωγή των βρεφικών ειδών, των παιδικών καθισμάτων και των κρανών στον μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ 13%,

  • μετά το 2020, κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και της εισφοράς αλληλεγγύης,

  • διατήρηση του έκτακτου επιδόματος των συνταξιούχων το οποίο θα καταβληθεί στο τέλος του 2020,

  • προσαύξηση στην αμοιβή των μερικώς απασχολούμενων κατά 10% την ώρα για υπερωριακή απασχόληση.

Μπορεί οι προεκλογικές υποσχέσεις προς τη λεγόμενη «μεσαία τάξη» για δραστική μείωση της φορολογίας, όπως αναμενόταν, να μην πραγματοποιούνται, όμως η ρητορεία περί μελλοντικής διαπραγμάτευσης του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων και η επαναφορά του κανόνα «πέντε αποχωρήσεις για μία πρόσληψη» στο Δημόσιο συγκρατούν προς το παρόν τις ελπίδες όσων στήριξαν το κυβερνητικό κόμμα. Προς τον σκοπό αυτό, άλλωστε, η κυβέρνηση διαψεύδει συνεχώς τις εκτιμήσεις των «θεσμών» για «δημοσιονομικό κενό» στον προϋπολογισμό του 2020.


2. Η νεοφιλελεύθερη στρατηγική συνεχίζεται:

εδραίωση και ενίσχυση των θέσεων του κεφαλαίου


Τα εξαγγελλόμενα «φιλολαϊκά» μέτρα, που σκοπό έχουν να διασκεδάσουν τους φόβους για πολιτικές «Πινοσέτ» και να παρατείνουν την «κοινωνική ειρήνη» που είχαν πετύχει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, αποτελούν στην πραγματικότητα το προπέτασμα καπνού για να προωθηθεί με όσο το δυνατόν μικρότερους τριγμούς η νεοφιλελεύθερη στρατηγική και τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Η λογική είναι και εδώ απλή: προϋπόθεση για να υλοποιηθεί η «ανάπτυξη για όλους» είναι να γίνουν επενδύσεις, και για να γίνουν επενδύσεις, ως πρώτον κανόνα η κυβέρνηση προτίθεται να εφαρμόσει την αρχή «νόμος είναι η θέληση του κεφαλαίου». Σε χρόνο ρεκόρ υπογράφηκαν ή ετοιμάζονται να υπογραφούν οι υπουργικές αποφάσεις που ανέμεναν οι διάφοροι μεγαλοκαπιταλιστές, για το Ελληνικό, την εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική και την επέκταση της εξόρυξης στη Θράκη, το λιμάνι του Πειραιά (Cosco), τη φαρμακοβιομηχανία, την τουριστική βιομηχανία…

Ταυτόχρονα εξαγγέλθηκε η μείωση τουφόρου επιχειρήσεων από 28% σε 24% και του φόρου μερισμάτων από 10% σε 5%, καθώς επίσης η σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 5 μονάδες, από την 1η Ιουλίου του 2020 έως και το 2023. Και για να μη νομίσει κανείς ότι η κυβέρνηση μεροληπτεί υπέρ του κεφαλαίου όταν μειώνει τις εισφορές της εργοδοσίας, ο πρωθυπουργός θα διευκρινίσει: «Προσέξτε όμως. Μόνο για τους μισθωτούς πλήρους απασχόλησης». Για μια ακόμα φορά η λογική της στρουθοκαμήλου …

Αλλά τα πράγματα δεν σταματούν εδώ. Η κυβέρνηση της ΝΔ, αφού άμεσα υποβάθμισε την Επιθεώρηση Εργασίας και κατάργησε τις ρυθμίσεις που απαιτούσαν τεκμηρίωση του «βάσιμου λόγου απόλυσης» – ενώ παράλληλα θεωρούσαν τον εργοδότη που απασχολούσε εργαζομένους μέσω υπεργολάβων υπεύθυνο έναντι των εργαζομένων αυτών –, με το «αναπτυξιακό νομοσχέδιο» (που η ψήφισή του αναγγέλθηκε για τον Οκτώβριο 2019), έκανε απόλυτα φανερές τις πραγματικές προθέσεις της: κατάργησε την υποχρεωτικότητα εφαρμογής των μισθολογικών ρυθμίσεων που ορίζονται από τις Κλαδικές Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας για όσες επιχειρήσεις δηλώνουν ότι αντιμετωπίζουν «προβλήματα βιωσιμότητας», πλήττοντας έτσι την αρχή της «ευνοϊκότερης ρύθμισης» για τους εργαζομένους. Ταυτόχρονα, ο νέος νόμος έθεσε εμπόδια στην προσφυγή των εργαζομένων στο Οργανισμό Μεσολάβησης Διαιτησίας (ΟΜΕΔ), ενώ παράλληλα μείωσε το πρόστιμο για την αδήλωτη εργασία από 3.000 σε 2.000 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι οι αδήλωτοι εργαζόμενοι θα προσληφθούν για τουλάχιστον 12 μήνες. Επιπλέον, καταργήθηκε η μέχρι τότε ισχύουσα υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλλει αναδρομικά στους εργαζόμενους τα ένσημα τριών μηνών.

Τέλος, ο «αναπτυξιακός νόμος» προετοιμάζει το έδαφος για το περαιτέρω χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος, μέσω του σχεδιασμού εισαγωγής της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για κήρυξη απεργίας. Θυμίζουμε ότι επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είχε αυξηθεί το απαραίτητο ποσοστό συμμετοχής σε μια γενική συνέλευση πρωτοβάθμιου σωματείου που κηρύσσει απεργία από 33% σε 50%. Δηλαδή, το πρωτοβάθμιο σωματείο μπορεί να κηρύξει απεργία μέσω μιας συνέλευσης στην οποία συμμετέχει τουλάχιστον το 50% (αντί του 33% που ίσχυε προηγουμένως) των ταμιακώς τακτοποιημένων μελών του και στην οποία θα ψηφίσουν υπέρ της απεργίας το 50%+1 των παρόντων. Η ηλεκτρονική ψηφοφορία στοχεύει στο να φαλκιδεύσει τη διαδικασία των συνελεύσεων, καθώς καταργεί τη συλλογικότητα και εξατομικεύει τη λήψη αποφάσεων, και επιπλέον θα οδηγήσει κατόπιν στο να απαιτείται πλειοψηφία όχι στο (κατ’ ελάχιστον) 50% των παρόντων, αλλά στο σύνολο των εγγεγραμμένων μελών του σωματείου. (Εδώ αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι η ΝΔ σχημάτισε τον περασμένο Ιούλιο αυτοδύναμη κυβέρνηση με συμμετοχή του 58% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων, από τους οποίους έλαβε το 40% των ψήφων, δηλαδή με το 23% των εγγεγραμμένων).

Με τον «αναπτυξιακό νόμο», η απροκάλυπτη στράτευση της κυβέρνησης στην υπηρεσία των συμφερόντων του κεφαλαίου έγινε απόλυτα φανερή. Συνακόλουθα προκαλούν θυμηδία, αλλά και οργή, δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών υπέρ της εργασίας, όπως του αρμόδιου υπουργού Γιάννη Βρούτση ή του πρωθυπουργού: «Καμία φιλοεπενδυτική πολιτική δεν μπορεί να εκληφθεί ως διαβατήριο για εργοδοτική ασυδοσία. Η ελληνική επιχειρηματικότητα πρέπει να αλλάξει εργοδοτικά πρότυπα» (Κυριάκος Μητσοτάκης).

Βέβαια, κάθε ισορροπία στον ταξικό συσχετισμό δυνάμεων είναι δυναμική και εκ των πραγμάτων ασταθής. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, μιας από τις ισχυρότερες εργοδοτικές ενώσεις, στις 9/9/19, με την οποία απαιτούνται περισσότερα από την κυβέρνηση: «Ευελπιστούμε ότι η κυβέρνηση θα υιοθετήσει και άλλα τέτοια μέτρα, ώστε να καταφέρει η Ελλάδα να προσελκύσει μεγαλύτερες επενδύσεις»! Το ΔΝΤ προχώρησε ακόμα περισσότερο και «συμβούλευσε» την κυβέρνηση να πάρει μέτρα όπως η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, η κατάργηση του επιδόματος που ονομάστηκε «13η σύνταξη» και η ακόμα μεγαλύτερη «ευελιξία» στην αγορά εργασίας.

Κλείνοντας την παρούσα ενότητα, είναι απαραίτητο να σημειώσουμε ότι και οι δύο άξονες στους οποίους κινείται η κυβερνητική πολιτική, δηλαδή η προώθηση της «επιχειρηματικότητας», και παράλληλα η περιστολή των περιθωρίων δράσης της εργασίας, δεν αποτελούν καινοτομίες της. Η ΝΔ απλώς πατάει στους δρόμους που άνοιξαν οι προκάτοχοί της.

Αναφέραμε ήδη την αύξηση από τον ΣΥΡΙΖΑ του απαραίτητου ποσοστού συμμετοχής σε μια γενική συνέλευση πρωτοβάθμιου σωματείου που κηρύσσει απεργία. Ας θυμηθούμε όμως και ορισμένες από τις φοροαπαλλαγές και διευκολύνσεις προς το μεγάλο κεφάλαιο της προηγούμενης κυβέρνησης.

Με τον Ν. 4386/2016 (όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 4485/2017) παρέχεται «υπερέκπτωση» 130% για τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης (R&D) των επιχειρήσεων, δηλαδή αφαιρούνται από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων (και εκπίπτουν των φόρων) ποσά ίσα με τις δαπάνες αυτές, προσαυξημένες κατά 30%.

Με τον Ν. 4549/2018, άρθρο 117, θεσμοθετούνται οι «υπεραποσβέσεις» κατά 200% όλων των δαπανών σε πάγιο κεφάλαιο που αφορούν μείωση ενεργειακού κόστους και κόστους από τη χρήση νερού. Με δεδομένο ότι, όπως λεπτομερώς ανέλυσε ο Μαρξ, η «οικονομία στη χρησιμοποίηση σταθερού κεφαλαίου» αποτελεί μόνιμη τάση του κεφαλαίου, ο διπλασιασμός των εξαιρουμένων από τη φορολογία πραγματικών επενδύσεων, μειώνει σημαντικά τα φορολογητέα κέρδη.

Με τον Ν. 4549/2018 θεσπίστηκε η «υπερέκτωση» 150% για προσλήψεις. Με άλλα λόγια, οι εργοδοτικές εισφορές για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, εφόσον αυξάνουν τη συνολική απασχόληση μισθωτής εργασίας στην επιχείρηση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, προσαυξημένες κατά 50%.

Η λογική που υποστηρίζει ότι κάθε πριμοδότηση της απασχόλησης περνάει μέσα από μέτρα και «δώρα» που αυξάνουν την κερδοφορία του κεφαλαίου δεν αποτελεί νεοδημοκρατική πολιτική, αλλά πάγια συντεταγμένη κάθε αστικής κυβέρνησης.


3. Ακροδεξιά ρητορεία

Βασικός στόχος της νέας κυβέρνησης, πέρα από την «ανάπτυξη για όλους», είναι και η «κατάργηση της ανομίας». Ο στόχος αυτός δεν σημαίνει κάποια επιπλέον μέριμνα ούτε για πάταξη του οικονομικού εγκλήματος και της φοροκλοπής-φοροδιαφυγής, ούτε για έλεγχο της εισαγωγής και διακίνησης ναρκωτικών, ούτε επιπλέον μέτρα για έλεγχο των συμμοριών, των εγκλημάτων κατά της ζωής, κλπ., ή για τον περιορισμό της βίας στα γήπεδα κ.ο.κ. Σημαίνει πολύ απλά, αφενός «κατάργηση του ασύλου της ανομίας και της παρανομίας στα πανεπιστήμια» (Κυριάκος Μητσοτάκης) και αφετέρου την «εκκαθάριση των Εξαρχείων».

Πρόκειται για δυο στόχους απόλυτα οριοθετημένους, τόσο στον χώρο όσο και στο φαντασιακό των ψηφοφόρων και οπαδών της Δεξιάς και Ακροδεξιάς, αλλά και πέραν αυτών. Πρόκειται επίσης για δύο επιχειρησιακά εύκολους στόχους, αφού η κυβερνητική πλειοψηφία νομοθέτησε κατεπειγόντως την κατάργηση του ασύλου, για να επιδείξει κατόπιν τη σύλληψη κάποιων (για την ακρίβεια 36!) αλλοδαπών μικροπωλητών απομιμητικών προϊόντων και λαθραίων τσιγάρων έξω από την ΑΣΟΕΕ ως μεγάλη επιτυχία, συναρτώμενη με την «πάταξη της ανομίας του ασύλου»! Παράλληλα βάζει τις διμοιρίες των ΜΑΤ να εκκενώνουν καταλήψεις κτηρίων όπου στεγάζονταν αυτοδιαχειριζόμενα στέκια και δομές αλληλεγγύης όπου διέμεναν ειρηνικά σχετικά ολιγάριθμες ομάδες προσφύγων.

Η επιχειρησιακή ανταπόκριση της αστυνομίας στους «στόχους» αυτούς επιδιώκεται να λειτουργήσει ως μετωνυμία της «ασφάλειας». Μετά τους τόνους μελάνης που έχουν χυθεί από τον δεξιό και ακροδεξιό τύπο, έντυπο και ηλεκτρονικό, για την «ανομία» στα «άδυτα» των Εξαρχείων και των Πανεπιστημίων, ο «φιλήσυχος πολίτης» θα πρέπει πλέον να αρχίσει να πιστεύει ότι το κράτος τον προστατεύει.

Κι ενώ η κυβέρνηση κρατάει μάλλον χαμηλούς τόνους, για να μην ξεφύγει από τη βασική επικοινωνιακή της εικόνα των «αποτελεσματικών τεχνοκρατών», που είναι λίγο-πολύ υπεράνω ιδεολογιών και πολιτικών παθών, τον ρόλο της «πειθούς» αναλαμβάνει και πάλι ο δεξιός τύπος. Βομβαρδίζει ακατάπαυστα τους αναγνώστες, ακροατές και τηλεθεατές του με όλες τις εκδοχές του ρατσισμού, του εθνικισμού και μιας παραληρηματικής ξενοφοβικής και ομοφοβικής (βλ. την περίπτωση Ζακ/Zackie) ακροδεξιάς ρητορείας, που εκπέμπουν δημοσιογράφοι αλλά και κάθε είδους «ειδικοί» των τηλεπαραθύρων, οι οποίοι, παρά τους όποιους «προβληματισμούς» τους, ενσωματώνονται τελικά στο κατασκευασμένο κλίμα υπέρ της τάξης, της πατρίδας, της θρησκείας και της (ελληνικής) οικογένειας, αποδεικνύοντας έτσι ότι η πολιτική ήττα της ναζιστικής Χρυσής Αυγής δεν σημαίνει αναγκαστικά και την ήττα των ιδεών της, οι οποίες τελικά διαχέονται, με τη μια ή την άλλη μορφή, σε μεγάλα τμήματα της δημοσιογραφίας και της «κοινής γνώμης».

Από το κλίμα αυτό δεν μένουν ανέπαφοι οι κρατικοί μηχανισμοί. Τον Σεπτέμβριο 2019 το Μονομελές Πρωτοδικείο Σερρών ακύρωσε προηγούμενη απόφαση δικαστηρίου που αναγνώριζε την «Αδελφότητα Ντόπιων Σερραίων Κύριλλος και Μεθόδιος» με έδρα την Ηράκλεια Σερρών, με το σκεπτικό ότι «ντόπιος Σερραίος […] είναι αποκλειστικά ο Έλληνας Μακεδόνας που γεννήθηκε και κατοικεί στην περιοχή των Σερρών […] και ομιλεί την ελληνική γλώσσα»!


4. Πολιτική και (με) σκάνδαλα


Το να αποκαλύπτονται ή να διατυπώνονται εικασίες για σκάνδαλα χρηματοδότησης πολιτικών δεν είναι σπάνιο. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα σε περιπτώσεις κρατικών προμηθειών, αλλά και στον κλάδο της υγείας, με δεδομένη την ύπαρξη των δημόσιων συστημάτων υγείας, αλλά και των κρατικών πολιτικών τιμολόγησης φαρμάκων και του διεθνικού χαρακτήρα των μεγάλων φαρμακευτικών εταιριών, όπου σε ορισμένες περιπτώσεις, π.χ., μια μικρή αύξηση της τιμής ενός φαρμάκου σε μια χώρα, ας πούμε στην Ελλάδα, κατά 20 λεπτά του ευρώ, να συνεπάγεται μια τεράστια αύξηση του τζίρου της εταιρίας διεθνώς, και μια αντίστοιχη αύξηση της κερδοφορίας της, κατά, ας πούμε, 50 εκατομμύρια ευρώ.

Ο φαρμακευτικός κολοσσός Novartis, με έδρα την Ελβετία, πλήρωσε 1, 2 εκατομμύρια δολάρια σε μηνιαίες καταβολές των 100.000 δολαρίων περίπου η κάθε μία, στην Essential Consultants LLC, μια εταιρία που ανήκε στον Michael Cohen, πρώην αντιπρόεδρο της The Trump Organization και εκείνη την εποχή δικηγόρο του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Η πρώτη πληρωμή έγινε αμέσως μετά την ορκωμοσία του Προέδρου Τραμπ τον Ιανουάριο του 2017. Η Novartis δημοσίευσε δήλωση στις 9 Μαΐου 2018 σύμφωνα με την οποία προσέλαβε την LLC για να βοηθήσει την εταιρία να κατανοήσει την «πολιτική υγείας» και την πολιτική τιμολόγησης των φαρμάκων της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά στην πραγματικότητα η επένδυσή της δεν απέβη επωφελής. Η δήλωση συνέχιζε ότι η Novartis αποφάσισε να μην συνεχίσει τη συνεργασία της με την Essential Consultants, αλλά δεν τερμάτισε το συμβόλαιό της με αυτήν, ούτε επιδίωξε επιστροφή χρημάτων.

Τον Ιούλιο του 2018, Έκθεση επιτροπής της Γερουσίας των ΗΠΑ με τίτλο «Πρόσβαση στον Λευκό Οίκο προς πώληση» (White House Access for Sale1 ) αποκάλυψε ότι η σχέση της Novartis με τον Cohen ήταν «μεγαλύτερης διάρκειας και περιείχε περισσότερες πτυχές». Έγινε γνωστό ότι ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος της Novartis, Joseph Jimenez, και ο Cohen επικοινώνησαν μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου πολλές φορές το 2017, ανταλλάσσοντας ιδέες για τη μεταβολή των τιμών των φαρμάκων, οι οποίες θα συζητούνταν με τον Πρόεδρο. Σύμφωνα με την Έκθεση, αρκετές από τις ιδέες εμφανίστηκαν αργότερα στο σχέδιο τιμολόγησης των φαρμάκων της κυβέρνησης Τραμπ, το οποίο κυκλοφόρησε στις αρχές του 2018, και το οποίο μεριμνούσε ώστε οι φαρμακευτικές εταιρίες να προστατευθούν από τον κίνδυνο μείωσης των εσόδων τους. Σήμερα ο Michael Cohen βρίσκεται στη φυλακή, όπου εκτίει ποινή τριών ετών για άλλη υπόθεση.

Τι συνέβη άραγε στην Ελλάδα με τη Novartis; Βρισκόμαστε μπροστά στο «μεγαλύτερο σκάνδαλο» από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους ή στη μεγαλύτερη πολιτική σκευωρία των τελευταίων δεκαετιών; Όσοι «έχουν εμπιστοσύνη στην ελληνική δικαιοσύνη» ας αναμείνουν τη διερεύνηση και διαλεύκανση της υπόθεσης. Εμείς περιοριζόμαστε στο να επισημάνουμε, για μια ακόμα φορά, τη σήψη του καπιταλιστικού συστήματος διεθνώς.


5. Κλιματική αλλαγή


Η νέα ελληνική κυβέρνηση είναι ιδιαιτέρως ευαίσθητη στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Πώς θα μπορούσε να είναι διαφορετικά άλλωστε; Σε μια εποχή που η «πράσινη οικονομία» οδηγεί σε νέους ενεργειακούς σχεδιασμούς και υπόσχεται μεγάλα κέρδη στους επίδοξους επενδυτές, μια κυβέρνηση που καθοδηγείται από το δόγμα «όλα για το κεφάλαιο» δεν θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητη.

Ο πρωθυπουργός υποσχέθηκε στη ΔΕΘ μια «Εθνική Πολιτική για την Ενέργεια και το Κλίμα έως το 2030», η οποία θα οδηγήσει στην απεξάρτηση της χώρας από τον άνθρακα και στην αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών στο σύνολο της παραγόμενης ενέργειας στο 35%.

Αναφέρθηκε παράλληλα στα σχέδια διαφόρων ιδιωτικών επιχειρήσεων που ενεργοποιούνται στην Ελλάδα, όπως της Nur Energie (εταιρίας με έδρα το Λονδίνο και θυγατρικές στην Ελλάδα, την Ιταλία και τη Γαλλία), η οποία δημιουργεί μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση της τεχνολογίας ρευστού άλατος στη Σητεία, καθώς και 23 άλλων υπό έγκριση επενδυτικών προγραμμάτων.

Καμιά αναφορά βέβαια δεν έγινε για τη δημιουργία νέων χώρων πρασίνου, για την προστασία και αποκατάσταση των δασών από τις (πρόσφατες και παλαιότερες) πυρκαγιές κλπ. Αυτά δεν ενδιαφέρουν την «επιχειρηματικότητα», δεν δημιουργούν κέρδη στο κεφάλαιο. Ενδεικτική είναι και η πρόσφατη καταψήφιση από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο εντάσσεται και η ΝΔ, του ψηφίσματος στο Ευρωκοινοβούλιο που ασκούσε πίεση στον Μπολσονάρο για την οικολογική καταστροφή από τις πυρκαγιές στον Αμαζόνιο.

Άλλωστε, σύμφωνα με το «ο ρυπαίνων πληρώνει», την ύψιστη περιβαλλοντική αρχή του αναπτυγμένου καπιταλιστικού κόσμου, όλα πρέπει να αποτιμώνται σε χρήμα. Γι’ αυτό και οι ρύποι αποτελούν εμπόρευμα, γι’ αυτό και ευθύνη φέρουν οι πάντες, εφόσον ο μη ρυπαίνων τον λίθον πρώτος βαλέτω! Και να μη ξεχνάμε τη μεγάλη ευθύνη των φτωχών, φτωχών ανθρώπων και φτωχών χωρών. «Η φτώχεια είναι πιο φρόνιμη αν νιώθει ότι φταίει»!2

Όμως άδικα ανησυχούμε. Το πρόβλημα έχει λύση: ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας υπέγραψε μαζί με άλλους 31 ηγέτες κρατών την «Πρωτοβουλία για περισσότερο φιλόδοξους στόχους για το Κλίμα» …


6. Το αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα. Πρότυπο για το μέλλον;


Η μάχη κατά της ναζιστικής Χρυσής Αυγής και η τελική αποσύνθεση της τελευταίας θα ήταν αδιανόητη χωρίς τον μαχητικό αντιφασισμό και αντιρατσισμό, χωρίς τη σύγκρουση με το ναζιστικό μόρφωμα και τους κάθε λογής φασίστες πρώτα από όλα στον δρόμο, που διεύρυνε το αντιφασιστικό-αντιρατσιστικό μέτωπο με μαχητικές οργανώσεις αυτοάμυνας των μεταναστών, και ταυτόχρονα στηρίχθηκε στις πρωτοβουλίες αλληλεγγύης προς τους μετανάστες και τις αντίστοιχες δομές που δημιουργήθηκαν «από τα κάτω».

Οι πρωτοβουλίες και δομές αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες και μετανάστες δεν «απευθύνθηκαν» στο κράτος και τους διεθνοποιημένους θεσμούς (ή τις ΜΚΟ) για να δοθούν λύσεις στα προβλήματα, αλλά πήραν, στο βαθμό που μπορούσαν, τα πράγματα στα χέρια τους, δηλαδή έδρασαν «από τα κάτω», με συσσίτια, εθελοντικές δομές διδασκαλίας, κοινωνικά ιατρεία, με διαρκή ενημέρωση για τον ρόλο και τη δράση των φασιστικών και ρατσιστικών ομάδων, και φυσικά με διαδηλώσεις και συγκρούσεις με το ναζιστικό μόρφωμα. Πάνω σε αυτά τα θεμέλια στηρίχθηκαν και οι παρεμβάσεις μέσα στους κρατικούς μηχανισμούς, στο δικαστήριο, τη δημοσιογραφία, τα σχολεία και τις σχολές, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία, στις γειτονιές και τους τόπους δουλειάς.

Οι φασίστες ηττήθηκαν διότι έχασαν τη μάχη στην κοινωνία, στον «δρόμο». Δεν μπόρεσαν να δημιουργήσουν ένα αμιγώς ακροδεξιό, ρατσιστικό και ξενοφοβικό κίνημα ή κοινωνικό ρεύμα, σαν κι αυτά που ευδοκιμούν σε πάρα πολλές χώρες του κόσμου και τα οποία αποτέλεσαν το εφαλτήριο για τους διάφορους Τραμπ, Σαλβίνι, Μπολσονάρο, Όρμπαν κ.ο.κ. Η ακροδεξιά εθνικιστική και ξενοφοβική ρητορεία, έχοντας μερικώς απονομιμοποιηθεί, υπέστειλε τα επιθετικά χαρακτηριστικά της και πήρε «αμυντική» μορφή, την «προστασία της Μακεδονίας μας» από τον υποτιθέμενο «αλυτρωτισμό των Σκοπίων». Γι’ αυτό και απορροφήθηκε τόσο εύκολα από τη ΝΔ, δεν μπόρεσε να γίνει το ελληνικό αντίστοιχο της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD).

Όμως, όπως ήδη σημειώσαμε, οι ρίζες του προβλήματος παραμένουν. Η ιδεολογική απονομιμοποίηση του νεοφιλελευθερισμού ως υπόσχεσης ευημερίας εκλαμβάνεται, σε παγκόσμιο επίπεδο, από μεγάλα κομμάτια πληθυσμού που επλήγησαν από την οικονομική κρίση, ως «αρνητική διάκριση» εναντίον τους, που προκαλείται από «έξω»: από τις ξένες χώρες, το ξένο κεφάλαιο, τα ξένα εμπορεύματα, τους ξένους ανθρώπους (μετανάστες πρόσφυγες). Σε συνθήκες υποχώρησης των αριστερών στρατηγικών, η κατάσταση αυτή επέτρεψε την ανάδυση μιας «εναλλακτικής αστικής στρατηγικής» που διασφαλίζει την ηγεμονία των κυριάρχων τάξεων επί των υποτελών τάξεων: την «εθνική αναδίπλωση». Η κοινωνική κακοδαιμονία θα αντιμετωπιστεί όταν το έθνος (καπιταλιστές, μικροαστοί και προλετάριοι) συσπειρωθεί ενάντια στην «παγκοσμιοποίηση», τους ξένους, τους μετανάστες, τους «απροσάρμοστους». Ο κοινωνικός συντηρητισμός, ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία αναβλύζουν διαρκώς από τους πόρους του συστήματος. Ο αγώνας εναντίον τους είναι επομένως διαρκής και ασταμάτητος.

Θα κλείσουμε αυτό το σημείωμα με ένα ερώτημα: μπορούν άραγε οι μέχρι τώρα τρόποι δράσης και οι επιτυχίες του αντιρατσιστικού και αντιφασιστικού κινήματος να αποτελέσουν πρότυπο για την ανασυγκρότηση του αντικαπιταλιστικού κινήματος και της αντισυστημικής-επαναστατικής Αριστεράς;

Σε κάθε περίπτωση, στο δίλημμα του αντιπάλου «παγκοσμιοποίηση ή εθνική αναδίπλωση», μια ηγεμονική επαναστατική Αριστερά οφείλει να τοποθετήσει την ταξική σύγκρουση, τον διεθνισμό, τον αντιρατσισμό και τον αντιφασισμό στο πρώτο επίπεδο της στρατηγικής της.


2 Στίχος από τραγούδι του Γιάννη Αγγελάκα.

Comments are closed.